Άγγελος Σεριάτος: Συνέντευξη στην ΕΠΟΧΗ

Η συνέντευξη του υπεύθυνου πολιτικών ερευνών της Prorata στην Εποχή

Στις δημοσκοπήσεις καταγράφεται πλέον η φθορά της κυβέρνησης. Παρότι φαίνεται πως η ΝΔ ακόμα κυριαρχεί στον κομματικό ανταγωνισμό, συμπιέζεται. Ωστόσο, προς το παρόν, ο κόσμος δεν φαίνεται να αποδίδει άμεσα τις ευθύνες στην κυβέρνηση για τις πυρκαγιές ούτε για την πανδημία και αυτό είναι που τη συγκρατεί. Για να υπάρξει η ανατροπή χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ να παρουσιάσει μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση και να πείσει πως η βελτίωση των ζωών των ανθρώπων εξαρτάται από την υλοποίησή της. Στη συζήτησή μας με τον υπεύθυνο πολιτικής έρευνας της Prorata,  Άγγελο Σεριάτο είχαμε ως αφετηρία τον ανασχηματισμό, αλλά προσπαθήσαμε να δούμε το πολιτικό μέλλον της ΝΔ και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ανάλογα με το πώς κινούνται σήμερα.
 

Ο ανασχηματισμός έγινε πριν τη ΔΕΘ, προκειμένου να δώσει μια νέα ώθηση στην κυβέρνηση, για το χειμώνα που έρχεται. Το κατάφερε;

Ο Κ. Μητσοτάκης επιχείρησε να διαχειριστεί τις όποιες ζημιές προκλήθηκαν στην εικόνα της κυβέρνησης από τις πυρκαγιές και από τη διαχείριση της πανδημίας. Να στείλει το μήνυμα πως αφενός αφουγκράστηκε τη σχετική δυσαρέσκεια αλλά και ότι αφετέρου «τα πήγαμε καλά αλλά μπορούμε καλύτερα». Για αυτόν ακριβώς το λόγο από τους τρεις υπουργούς και υφυπουργούς, ουσιαστικά «τιμωρήθηκε» μόνο κ. Χρυσοχοΐδης και όχι και ο κ. Χαρδαλιάς ή ο κ. Κικίλιας. Επίσης, προσπάθησε, αλλά εν τέλει δεν τα κατάφερε, να στείλει ένα μήνυμα αλλαγής σελίδας. Κατά τη γνώμη μου, θα ήταν μια έξυπνη κίνηση από την κυβέρνηση η υπουργοποίηση του κ. Αποστολάκη και σημαντικό πλήγμα φυσικά για τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση επιχείρησε να συμπυκνώσει μια τεχνοκρατική αντίληψη, επιλέγοντας ένα πρόσωπο που έχει το know how και «ενώνει τους Έλληνες», πάνω ακριβώς στο πεδίο που τους πόνεσε περισσότερο, δηλαδή τις πυρκαγιές. Τελικά, ωστόσο, αυτό το σχέδιο ανατράπηκε.

Η φθορά που καταγράφει στις δημοσκοπήσεις η κυβέρνηση μπορεί να αντιστραφεί με τέτοιες χειρουργικές κινήσεις;

Παρότι οι πολιτικοί συσχετισμοί για πρώτη φορά προσομοιάζουν με αυτούς του Ιουλίου του 2019 και η απόσταση μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έχει μειωθεί σημαντικά, είναι σαφές πως η κυβέρνηση ακόμα αντέχει. Νομίζω πως παρά την ποιότητα και την ένταση των συναισθημάτων που καλλιεργήθηκαν λόγω των καταστροφικών πυρκαγιών, την στοχοποίηση του πρωθυπουργού στα σόσιαλ μίντια και το γενικότερο αρνητικό για την κυβέρνηση κλίμα, η ΝΔ θα συνεχίσει να κυριαρχεί στον κομματικό ανταγωνισμό το αμέσως επόμενο διάστημα για μια σειρά από λόγους.

Το ζήτημα είναι το ανέστρεψε ή θα συνεχίσει αυτή η ήπια φθορά;

Νομίζω πως μετά τις φετινές πυρκαγιές κατέρρευσε οριστικά το αφήγημα περί άτρωτης κυβέρνησης. Η εικόνα μιας χώρας να σιγοκαίγεται επί είκοσι μέρες νομίζω πως συνέβαλλε αποφασιστικά σε αυτή την εξέλιξη. Η φθορά καταγράφεται σχεδόν ένα χρόνο τώρα. Είναι ήπια και μικρής έντασης, αλλά είναι σχετικά σταθερή και συστηματική. Ποιο είναι το κατώτατο όριο, μένει να το δούμε. Η εκτίμηση μου είναι πως με τις παρούσες συνθήκες δεν μπορεί να συμπιεστεί πολύ περισσότερο απ’ όσο βλέπουμε σήμερα. Αν θέλουμε να συζητάμε για αλλαγή συσχετισμών, θα χρειαστεί είτε η αξιωματική αντιπολίτευση είτε κάποιο άλλο κόμμα να προσπαθήσουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη σημαντικού τμήματος των ψηφοφόρων.

Γιατί δεν προβλέπεται να υπάρξει κατάρρευση;

Γιατί όταν δημιουργούνται προβλήματα ή καλλιεργείται δυσαρέσκεια πάνω σε οποιαδήποτε θεματική, όπως για παράδειγμα αυτή της διαχείρισης των φετινών πυρκαγιών, απαιτείται παράλληλα και σαφής απόδοση ευθύνης στην εκάστοτε κυβέρνηση. Για παράδειγμα στα δύο κεντρικά ζητήματα της περιόδου, δηλαδή τη διαχείριση της πανδημίας και τις φετινές πυρκαγιές, οι ευθύνες δεν αποδίδονται αποκλειστικά στην κυβέρνηση. Οι δύο κρίσεις προσλαμβάνονται, είτε ως ασύμμετρες απειλές, είτε ως κρίσεις για τις οποίες η ευθύνη βαραίνει όλες τις νυν και προηγούμενες κυβερνήσεις. Υπάρχει μια γενικευμένη αίσθηση ότι όποιος και να ήταν στην κυβέρνηση δεν θα διαχειριζόταν τις καταστάσεις καλύτερα. Άλλωστε, είναι ακόμα νωπές οι μνήμες διαχείρισης τέτοιων κρίσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ. Είτε οι καταστάσεις είναι συγκρίσιμες είτε όχι, είτε δηλαδή μια τέτοια σύγκριση είναι δίκαια για τον ΣΥΡΙΖΑ είτε όχι, λίγο αφορά τις μετρήσεις της κοινής γνώμης.

Γιατί στις δημοσκοπήσεις δεν βλέπουμε την εικόνα των συγκοινωνούντων δοχείων, όπως είχαμε συνηθίσει στον παλιό δικομματισμό;

Δεν έχουμε έναν δικομματισμό όπως αυτόν που επικράτησε στη χώρα για τρεις και πλέον δεκαετίες μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Για τους σημερινούς ψηφοφόρους –ανεξάρτητα από το αν τα κόμματα είναι πράγματι ιδεολογικοπολιτικά τόσο κοντά ή όχι– η απόσταση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ είναι πολύ μεγαλύτερη από την προσλαμβανόμενη πάλαι ποτέ απόσταση μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ από το 1990 και έπειτα. Υπό αυτή την έννοια, ένας ψηφοφόρος, ο οποίος αποχωρεί από τη ΝΔ δεν μετακινείται με τρόπο αυτόματο στηρίζοντας το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι μετατοπίσεις ψηφοφόρων μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων στη χώρα μας γίνονται δυσκολότερα απ’ ότι στο παρελθόν. Ο πρώτος σταθμός των δυσαρεστημένων από την κυβέρνηση ψηφοφόρων είναι συνήθως η γκρίζα ζώνη.

Αυτό το γεγονός δημιουργεί ορισμένες απαιτήσεις για την πολιτική που πρέπει να αναπτύξει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Σαφώς. Νομίζω πως ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτα πρέπει να αναλύσει πώς η ΝΔ πέτυχε να επιβιώσει πολιτικά στα χρόνια της κρίσης και τελικά να επανέλθει κυρίαρχη λίγα χρόνια αργότερα αλλά και να αναλογιστεί το πώς μπορεί να χαράξει μια στρατηγική στο σήμερα που θα του επιτρέψει να πείσει πως αποτελεί μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση, η οποία αν υλοποιηθεί θα μπορέσει να αλλάξει άμεσα τις ζωές των ανθρώπων προς το καλύτερο.

Η τελευταία δημοσκόπηση της Prorata χρονικά είναι πριν την ανακοίνωση των βάσεων. Ο αποκλεισμός των νέων από τα πανεπιστήμια μπορεί να επιφέρει ένα τρίτο πλήγμα στην κυβέρνηση, μετά την καταστολή στη Νέα Σμύρνη και τις πυρκαγιές;

Έχουν υπάρξει ουκ ολίγα γεγονότα και εικόνες που πυροδότησαν αθροιστικά αλλαγές στην εκλογική συμπεριφορά, όπως η ποδηλατάδα του πρωθυπουργού, το γλέντι στην Ικαρία, η παράκαμψη της σειράς των εμβολιασμών από κυβερνητικά στελέχη κ.λπ. Εκτιμώ ότι τα ζητήματα στην Παιδεία θα διαδραματίσουν κάποιο ρόλο. Πόσο σημαντικό ωστόσο μένει να φανεί. Αποτελεί διακύβευμα το αν η υλοποιούμενη μεταρρύθμιση στην Παιδεία θα επιφέρει πλήγματα στην κυβέρνηση. Ποιο αφήγημα θα επικρατήσει στην ελληνική κοινή γνώμη· ότι η κυβέρνηση άφησε χιλιάδες νέους και νέες εκτός πανεπιστημίων ή ότι η συγκεκριμένη κίνηση αναβαθμίζει την ποιότητα των ελληνικών πανεπιστημίων;

Σύμφωνα με την ΚΑΠΑ Research, διαμορφώνεται ένα αντιεμβολιαστικό ρεύμα συσπειρωμένο, με ατζέντα και θέσεις. Θα αποτελέσει μια νέα δεξαμενή ψηφοφόρων, η οποία αλλάζει και τη στρατηγική της ΝΔ, εξού και η υπουργοποίηση Πλεύρη; Βλέπεις πιθανό να προκύπτει ένα κόμμα, ακροδεξιό, όπως αναδείχθηκε η Χρυσή Αυγή το 2012;

Η επιλογή Πλεύρη είναι αφενός διχαστική και αφετέρου πράγματι εξυπηρετεί μεταξύ άλλων και την ανάγκη πολιτικής έκφρασης όσων στέκονται με σκεπτικισμό απέναντι στο εμβόλιο. Σε σχέση με το αντιεμβολιαστικό ρεύμα, εκτιμώ πως υπάρχει εύφορο έδαφος να δημιουργηθεί ένα κόμμα που θα εκφράζει πολιτικά αυτό το κομμάτι της κοινωνίας. Ωστόσο, για μια σειρά από λόγους δεν το βλέπω να συμβαίνει το αμέσως επόμενο διάστημα. Σαφώς αποτελεί στρατηγική επιλογή της Άκρας Δεξιάς η αξιοποίηση αυτού του ρεύματος και για αυτό η τελευταία στηρίζει τις κινητοποιήσεις της περιόδου. Ωστόσο, δεν καταγράφει προσώρας αξιοσημείωτη άνοδο. Νομίζω πως η θεσμική καταδίκη της Χρυσής Αυγής άφησε το αποτύπωμά της, δυσκολεύοντας τον κεντρικοπολιτικό βηματισμό του χώρου. Σε κάθε περίπτωση, νομίζω πως δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε αυτό το ρεύμα ως κάτι ενιαίο. Δεν είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι συνωμοσιολόγοι, ούτε ακροδεξιοί. Σημαντική μερίδα αυτών αναζητάει απαντήσεις. Γιατί η ζωή μας άλλαξε τόσο ραγδαία και γιατί οι πολιτικές ηγεσίες διαχειρίζονται με αλλοπρόσαλλο τρόπο την κατάσταση; Είναι πολίτες που δίνουν μη ορθολογικές απαντήσεις σε σύνθετα ζητήματα ακριβώς λόγω των αντιφατικών πολιτικών που εφαρμόζουν εγχώριες και ευρωπαϊκές ελίτ.

Ο Αλ. Τσίπρας δήλωσε σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», «θα κερδίσουμε τις εκλογές καθαρά όποτε και αν γίνουν», προσθέτοντας πως «η μόνη διέξοδος για τη χώρα σήμερα είναι μια ισχυρή προοδευτική κυβέρνηση». Τα στοιχεία δείχνουν να είναι εφικτή μια τέτοια προσδοκία;

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να εμπνεύσει ψηφοφόρους μη δεξιούς, από τη ριζοσπαστική και κομμουνιστική Αριστερά έως τo δημοκρατικό Κέντρο και καλώς νομίζω. Θέλει να δώσει ένα ισχυρό μήνυμα ελπίδας, ενεργοποίησης και αντεπίθεσης. Το πόσο εφικτή ή όχι είναι η προοπτική σχηματισμού προοδευτικής κυβέρνησης είναι μια διαφορετική συζήτηση. Σήμερα, ούτε με βάση τους αριθμούς ούτε με βάση τις προθέσεις των πέριξ του ΣΥΡΙΖΑ ηγεσιών και εκλογικών βάσεων μπορεί να θεωρηθεί ως εξαιρετικά πιθανή μια τέτοια προοπτική. Η μέγιστη δυνητική εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ, με τα σημερινά δεδομένα, είναι κοντά στο 31-32%, ενώ το κατώτατο όριο της εκλογικής επιρροής της ΝΔ είναι κοντά στο 30-31%. Με τα σημερινά στοιχεία, λοιπόν, δεν προκύπτει μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που θα νικούσε καθαρά και με διαφορά τη ΝΔ. Αν εξετάσουμε από την άλλη τα διάφορα σενάρια συνεργασίας πάλι τα πράγματα δεν μοιάζει να μπορούν να επαληθεύσουν μια τέτοια προσδοκία. Ενδεικτικά, τροχοπέδη σε μια πιθανή συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ είναι αναμφίβολα η εξαιρετικά εχθρική στάση των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Θα πρέπει, ωστόσο να αναμένουμε και τις εσωκομματικές εκλογές στο ΚΙΝΑΛ γιατί ενδέχεται να πυροδοτήσουν αλλαγές σε επίπεδο ηγεσίας. Οι υποψηφιότητες του κ. Καστανίδη και του κ. Ανδρουλάκη μοιάζουν να είναι διαφορετικής κατεύθυνσης από αυτές της κ. Γεννηματά και του κ. Λοβέρδου. Από την άλλη, δεν φαίνεται να υπάρχει πρόθεση από το ΚΚΕ και από το ΜεΡΑ25 για συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικά, στο τέλος όλοι θα χρειαστεί να απαντήσουν με πειστικό τρόπο στο πώς θα επιτευχθεί η διακηρυγμένη βούλησή τους για πολιτική αλλαγή χωρίς κάποιου τύπου συνεννόηση και συμπόρευση. Και εκεί ενδεχομένως να υπάρξουν αλλαγές στάσης. Παραδείγματα έχουμε δει αρκετά στην Ευρώπη.

Από τη στιγμή που θα εφαρμοστεί η απλή αναλογική στις επόμενες εκλογές και απέναντι είναι η Δεξιά, τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα πιεστούν πολύ. Μπορεί προοδευτικά η συνθήκη αυτή να βελτιώσει τους συσχετισμούς για μια συνεργασία;

 Αυτή τη στιγμή, μου φαίνεται απίθανο να υπάρξει συνεννόηση για σχηματισμό κυβέρνησης της Αριστεράς με τη συμμετοχή του ΚΚΕ. Όσον αφορά το ΜΕΡΑ25, το κόμμα του κ. Βαρουφάκη πιέζεται πολύ δημοσκοπικά δεν γνωρίζουμε αν θα είναι στην επόμενη βουλή. Υπό αυτή την έννοια, το μόνο σενάριο προοδευτικής διακυβέρνησης είναι αυτό μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ. Για τους λόγους ωστόσο που εξήγησα παραπάνω ούτε αυτό το σενάριο μου φαίνεται προσώρας εξαιρετικά πιθανό. Φυσικά είναι άλλο να πιέζεις προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνσή ενότητας ώστε ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες των επιλογών του και άλλο το αν μια τέτοια προοπτική συγκεντρώνει σημαντικές πιθανότητες πραγμάτωσης.

Σχετικά Άρθρα